(Στην παρούσα θα ενσωματωθούν και φωτογραφίες πολύ σύντομα...)
ΒΟΝΙΤΣΑ
Εργασία των μαθητών της Β1΄ τάξης:
Αποστολάκης Νικόλαος
Αρνή Μαρία
Γουρούνας Σπυρίδων
Ζαφειρούλη Αθανασία- Συμέλα
ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ
Η Βόνιτσα είναι μια όμορφη παραλιακή κωμόπολη στην είσοδο του Αμβρακικού κόλπου και πρωτεύουσα της Επαρχίας Βόνιτσας και Ξηρομέρου, στο νομό Αιτωλοακαρνανίας. Γύρω από την πόλη υψώνονται δασωμένοι λόφοι κι ανάμεσα πεδιάδες καταπράσινες. Το κλίμα είναι ήπιο το χειμώνα και δροσερό το καλοκαίρι. Σ' όλη τη περιοχή κυριαρχεί η ηρεμία και η γαλήνη κι αυτή η αίσθηση σε καταλαμβάνει από τη πρώτη στιγμή.
Αν για το ταξίδι σας επιλέξετε τη διαδρομή Ρίο, Αντίριο, Μεσολόγγι, Αγρίνιο, Αμφιλοχία, Βόνιτσα, καθώς πλησιάζετε στην πόλη μας μετά το χωριό Παλιάμπελα, κάντε μια στάση και θαυμάστε την από ψηλά. Το θέαμα θα σας αποζημιώσει για το κόπο του ταξιδιού.
Νομός Αιτωλοακαρνανίας
Η Αιτωλοακαρνανία (επίσημη ονομασία: Νομός Αιτωλίας και Ακαρνανίας) είναι ένας από τους πενήντα ένα νομούς της Ελλάδας και βρίσκεται στο δυτικό μέρος της. Ο νομός είναι μια ένωση της Αιτωλίας και της Ακαρνανίας. Πρωτεύουσά της είναι για ιστορικούς λόγους το Μεσολόγγι και μεγαλύτερη πόλη και οικονομικό κέντρο το Αγρίνιο. Άλλες σημαντικές πόλεις είναι η Ναύπακτος, το Αιτωλικό, η Αμφιλοχία, η Βόνιτσα, ο Αστακός και το Θέρμο. Η περιοχή είναι συνδεδεμένη από το 2004 με την Πελοπόννησο μέσω της γέφυρας Ρίου-Αντιρίου, ενώ συνεχίζει να λειτουργεί, στην ίδια περιοχή, η σύνδεση με πορθμείο (φέρρυ μπωτ). Οι νομοί που την περιβάλλουν είναι αυτοί της Άρτας στην Ήπειρο, της Καρδίτσας στην Θεσσαλία, της Ευρυτανίας στα βορειοανατολικά και της Φωκίδας στα ανατολικά. Τα σημαντικότερα λιμάνια του νομού είναι τα λιμάνια του Αστακού, της Ναυπάκτου, της Αμφιλοχίας και της Βόνιτσας. Είναι ο μεγαλύτερος νομός στην Ελλάδα.
Γεωγραφία
Το ορεινό στοιχείο κυριαρχεί στο νομό. Τα νοτιοδυτικά παράλια χαρακτηρίζονται απ' την παρουσία λιμνοθαλασσών, με γνωστότερες αυτές του Μεσολογγίου και του Αιτωλικού. Ο επιμηκέστερος και κύριος ποταμός είναι ο Αχελώος ο οποίος καταλήγει σε δέλτα στα νοτιοδυτικά, ενώ η μεγαλύτερη λίμνη η Τριχωνίδα, η οποία είναι και η μεγαλύτερη λίμνη της Ελλάδας (97 τ.χ.). Στο νομό υπάρχουν και οι λίμνες: Αμβρακία, Λυσιμαχία, Οζερός και οι τεχνητές λίμνες του Καστρακίου, των Κρεμαστών και Στράτου. Εκτός του Αχελώου, το νομό διαρρέουν και οι ποταμοί: Εύηνος, Ίναχος και Μόρνος (στα σύνορα με το νομό Φωκίδας κατά την αρχαιότητα έφερε το όνομα Δάφνος). Τα βουνά της Αιτωλοακαρνανίας περιλαμβάνουν το Παναιτωλικό στα βορειοανατολικά, Ακαρνανικά όρη στα δυτικά, βορειοδυτικά τα Όρη Βάλτου, στα νότια το όρος Αράκυνθος, νοτιοανατολικά τα Όρη Ναυπακτίας γνωστά και ως Κράβαρα και τέλος ανάμεσα στα Ναυπάκτια Όρη και το Παναιτωλικό Όρος και χωρίς να διακόπτεται ο ορεινός όγκος βρίσκονται τα Όρη Λιδωρικίου.
Κλίμα
Το κλίμα της ποικίλει από θερμά καλοκαίρια με πολλή υγρασία σε ήπιους χειμώνες στις χαμηλού υψομέτρου περιοχές. Κρύοι χειμώνες κυριαρχούν στις ορεινές περιοχές, ενώ σε ακόμα μεγαλύτερα υψόμετρα, τα καλοκαίρια είναι δροσερά και χιόνια καθώς και κρύος καιρός χαρακτηρίζουν τους χειμερινούς μήνες.
Οικονομία
Η οικονομία του νομού είναι κυρίως αγροτοκτηνοτροφική, με μεγάλη παραγωγή κυρίως στις νότιες περιοχές. Ήταν μια από τις κύριες καπνοπαραγωγικές περιοχές της χώρας, ενώ καλλιεργούνται ακόμα ρύζι, όσπρια, δημητριακά, ελιές. Στα νοτιοδυτικά παράλια λειτουργούν ιχθυοκαλλιέργειες, ενώ υπάρχουν και μεγάλες αλυκές ειδικά στην περιοχή του Μεσολογγίου. Στον τομέα της κτηνοτροφίας ο νομός κατέχει μια από τις υψηλότερες θέσεις στην εγχώρια παραγωγή χοιρινού κρέατος με σύγχρονες μονάδες στην περιοχή της Βόνιτσας και του Αστακού. Αρκετοί κάτοικοι των ορεινών περιοχών κυρίως ασχολούνται με την εκτροφή αιγοπροβάτων κατά τον παραδοσιακό τρόπο καθώς στα μέρη αυτά έχει σταματήσει εντελώς η όποια αγροτική δραστηριότητα. Στην Ορεινή Ναυπακτία τα τελευταία χρόνια με Ευρωπαϊκές επιχορηγήσεις αναπτύσσεται η εκτροφή βοϊδών ελευθέρας βοσκής.
Ιστορία
Η περιοχή της Αιτωλοακαρνανίας συνδέεται με μακρόχρονη ιστορία που χάνεται στα βάθη των αιώνων. Αρχαίοι ιστορικοί όπως ο Θουκυδίδης και γεωγράφοι όπως ο Παυσανίας και Στράβων μας πληροφορούν για το ρόλο που έπαιξε η περιοχή στην αρχαιότητα.
Πολιτική ιστορία
Διοικητικά η Αιτωλοακαρνανία χωριζόταν στις επαρχίες Ξηρομέρου με πρωτεύουσα την Βόνιτσα, Βάλτου με πρωτεύουσα την Αμφιλοχία, Τριχωνίδας με πρωτεύουσα το Αγρίνιο, Ναυπακτίας με πρωτεύουσα την Ναύπακτο, Μεσολογγίου με πρωτεύουσα το Μεσολόγγι. Προπολεμικά ήταν και η Επαρχία Ευρυτανίας με πρωτεύουσα το Καρπενήσι.
Πόλεις και κοινότητες
- Αγρίνιο
- Αιτωλικό
- Αμφιλοχία
- Αντίρριο
- Αστακός
- Βόνιτσα
- Θέρμο
- Θεστιείς
- Μεσολόγγι (πρωτεύουσα)
- Ναύπακτος
- Οινιάδες
- Πάλαιρος
- Στράτος
- Καταφύγιο
Εκκλησιαστική διαίρεση
Στο Νομό Αιτωλοακαρνανίας υπάρχουν δύο Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος:
- Η Μητρόπολη Αιτωλίας και Ακαρνανίας, με έδρα το Μεσολόγγι .
- Η Μητρόπολη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου, με έδρα τη Ναύπακτο .
ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΜΑΣ
ΑΡΧΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ
Η πόλη μας είναι κτισμένη κοντά στο αρχαίο Ανακτόριο, αποικία που ίδρυσαν οι Κορίνθιοι το 630 π.Χ. Ο Στράβων λέει ότι ήταν πόλη κραταιά και πολυάνθρωπη. Τα νομίσματα που διασώθηκαν είναι μάρτυρες της οικονομικής άνθησης της πόλης αυτής. Σώζονται τα ερείπια της ακρόπολης, ο ναύσταθμος και το νεκροταφείο. Στη περιοχή έχουν εντοπισθεί βυθισμένα τμήματα του αρχαίου Ανακτορίου. Τα κτίσματα που βρίσκονται στα παράλια ή στο βυθό φαίνεται να σώζονται σε καλή κατάσταση καθώς διακρίνονται μέσα στα γαλάζια νερά. Ξεχωρίζουν οχυρωματικά τείχη και πύργοι, ένας λιμενοβραχίονας, αποβάθρες και άλλα βυθισμένα κτίρια που χρονολογούνται απ' την Ελληνιστική έως τη πρώιμη Βυζαντινή περίοδο. Στην ρωμαϊκή περίοδο η Βόνιτσα, όπως και η υπόλοιπη Ακαρνανία, προσαρτήθηκε στην Ήπειρο με πρωτεύουσα τη Νικόπολη. Την περίοδο αυτή πέφτει σε μαρασμό διότι την ίδρυση της Νικόπολης ακολουθεί η υποχρεωτική συγκέντρωση του πληθυσμού σε αυτή. Λίγο αργότερα διαδόθηκε στην περιοχή η Χριστιανική θρησκεία, κατά παράδοση από μαθητές του Παύλου που ήρθαν από την Κόρινθο ή τη Νικόπολη στα Ακαρνανικά παράλια.
ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΧΡΟΝΙΑ
Με το όνομα Βόνιτσα, η πόλη μας, κάνει την εμφάνισή της στην ιστορία στα τέλη του 4oυ μ.Χ. αιώνα, όταν οι Βησιγότθοι του Αλάριχου κατέστρεψαν το αρχαίο Ανακτόριο κι όσοι από τους κατοίκους του γλίτωσαν, έκτισαν τη Βόνιτσα στη θέση που βρίσκεται σήμερα. Η νέα πόλη αναπτύχθηκε γρήγορα εξ αιτίας του μόχθου των κατοίκων της και της ασφάλειας που της παρείχε η γεωγραφική της θέση.
Τίποτε όμως το σαφές δεν αναφέρεται για την περιοχή της Βόνιτσας στην περίοδο αυτή, η οποία δεν φαίνεται να έχει άλλη ιστορία από εκείνη του καθημερινού μόχθου για την επιβίωση. Μόνο συμπερασματικά μπορεί κανείς να υποθέσει ότι θα είχε υποστεί πολλά από τις αλλεπάλληλες επιδρομές των Γότθων, Ούννων, Βανδάλων, Σαρακηνών και Σλαβικών φύλων. Στις επιδρομές αυτές των Σλάβων οφείλει και το σημερινό της όνομα η Βόνιτσα, η οποία εμφανίζεται στην ιστορία τον 5ο ή 6ο αιώνα ως διάδοχος των γειτονικών αρχαίων ακαρνανικών πόλεων Παλαίρου, Θυρρείου και κυρίως του Ανακτορίου.
Τον 9ο αιώνα η Βόνιτσα γίνεται έδρα ορθόδοξης Επισκοπής και μαζί με τις επισκοπές του Αγγελόκαστρου, Αετού, Ρωγών, Ιωαννίνων, Φωτικής, Δρυινουπόλεος, Βουθρωτού και Χειμάρας, υπάγονταν στη Μητρόπολη Ναυπάκτου, μια από τις πρώτες εκκλησίες του χριστιανισμού. Αναφέρεται στις πηγές σαν επισκοπή Βονίτζης, Βοδίντζης, Βοντίτζης και Βουνδίτζης και κατέχει τη πρώτη θέση ανάμεσα στις επισκοπές που υπάγονταν στη Μητρόπολη Ναυπάκτου.
Στην αρχή του 11ου αιώνα το Βυζαντινό κράτος έφθανε στην ακμή του με τις εκστρατείες του Βασιλείου Β΄ κατά των Βουλγάρων. Η βασιλεία για σχεδόν πενήντα χρόνια του Βασιλείου Β΄ (976-1025), άφησε το κράτος σε κατάσταση πλήρους εσωτερικής και εξωτερικής ασφάλειας. Υπήρχε σύστημα επαρχιακής Διοίκησης, με το οποίο η αυτοκρατορία ήταν χωρισμένη σε τμήματα τα γνωστά «Θέματα». Η Βόνιτσα υπαγόταν στο Θέμα της Νικόπολης, που αποτελούσε το τρίτο Θέμα της Ελληνικής χερσονήσου και περιελάμβανε την Ήπειρο και μέρος της Ακαρνανίας. Η κατάσταση αυτή έφερε την οικονομική ευημερία και ανάπτυξη. Αργότερα όμως το κράτος άρχισε να κλονίζεται από τις εισβολές νέων εχθρών που συνέπεσαν με την αύξηση της εσωτερικής διαμάχης για την εξουσία. Έτσι, στην αρχή της 2ης μ.Χ. χιλιετηρίδας, ταυτόχρονα με τις περιπέτειες των άλλων επαρχιών του βυζαντινού κράτους, άρχισαν και οι περιπέτειες της Βόνιτσας.
Τον Ιούνιο του 1081 ο Γυσκάρδος, βασιλιάς των Νορμανδών, επιτέθηκε εναντίον της Κέρκυρας με το σύνολο του στόλου και έγινε κύριος του νησιού μέσα σε λίγες μέρες. Ο αυτοκράτορας Αλέξιος Α' ο Κομνηνός, λόγω των γεγονότων, φρόντισε να συγκεντρώσει στρατό, να εξοικονομήσει κάποιους χρηματικούς πόρους, να οχυρώσει τα φρούρια που ήταν την Ελλάδα, να διασφαλίσει προσωρινά το κράτος από τους Τούρκους και να βρει συμμάχους για να αντιμετωπίσει τον εχθρό στα δυτικά. Στην περίοδο αυτή μεταξύ των φρουρίων που βελτιώθηκε η οχύρωσή τους ήταν και αυτό της Βόνιτσας.
Μετά τη 4η σταυροφορία (1204) εντάχτηκε στο Δεσποτάτο της Ηπείρου, γνωρίζοντας τη μεγαλύτερη ανάπτυξη και ευημερία κατά την πολυτάραχη πορεία της. Το 1280 καταλήφθηκε από μισθοφόρους του Βασιλείου της Νεάπολης. Ο Δεσπότης Νικηφόρος Α' την έδωσε προίκα στον Φίλιππο του Τάραντα, γιο του Βασιλιά της Νεάπολης, επισημοποιώντας έτσι την κατοχή της. Το 1314 βρέθηκε σε ελληνικά χέρια. Από το 1362, περιήλθε στην κυριαρχία των Αλβανών ηγεμόνων Τόκκων, οπότε και αρχίζουν πάλι οι περιπέτειές της ταυτόχρονα με τις περιπέτειες των άλλων δυτικών επαρχιών του Βυζαντινού κράτους.
Ο 16ος αιώνας κύλισε πολύ αργά για τη Βόνιτσα, η οποία είχε ολισθήσει στο περιθώριο της ιστορίας. Στην Οθωμανική αυτοκρατορία μεσουρανεί το άστρο του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς (1520-1566), γνωστού για τη δράση και τις επιτυχίες του, μια από τις οποίες ήταν και η κατάληψη της Ρόδου το Δεκέμβριο του 1522, ύστερα από πεντάμηνη πολιορκία. Την πρωτοχρονιά του 1523 οι ιππότες μαζί με τους άλλους υπερασπιστές μπήκαν στα πλοία και άφησαν το νησί, που κατείχαν από διακόσια χρόνια.
Το 1537, ο Σουλτάνος Σουλεϊμάν κήρυξε τον τρίτο Τουρκοβενετικό πόλεμο. Στον πόλεμο αυτό σημαντικό γεγονός αποτέλεσε η ναυμαχία της Πρέβεζας ανάμεσα στους χριστιανούς και τους Τούρκους, οι οποίοι και νίκησαν.
Τον 16ο αιώνα οι ευρωπαϊκοί λαοί έβλεπαν με συμπάθεια τη σκλαβωμένη Ελλάδα και πολλές ευρωπαϊκές χώρες είχαν υποκινήσει επαναστάσεις των Ελλήνων για την εξυπηρέτηση της εξωτερικής πολιτικής τους. Στην αναζωπύρωση της επαναστατικής δράσεως των Ελλήνων, εντάσσεται και η επανάσταση που εξερράγη το 1585 στην περιοχή της Βόνιτσας και του Ξηρομέρου. Η Βόνιτσα κάτω από το τουρκικό καθεστώς ήταν πόλη οχυρωμένη και για αυτό οι Βενετοί ποτέ δεν έπαυσαν να αποβλέπουν την κατάκτησή της. Έτσι, το 1585 ο αρματολός Βονίτσης και Λούρου Θεόδωρος Μπούα Γρίβας μαζί με τον αδερφό του Γκίνο Μπούα, με την υποκίνηση των Βενετών, ύψωσε τη σημαία της επαναστάσεως στην Ακαρνανία και εξόντωσε σε μια νύχτα τους περισσότερους από τους Τούρκους της Βόνιτσας και ανάγκασε τους υπόλοιπους να κλειστούν στο κάστρο, για να γλυτώσουν από τα σπαθιά των παλικαριών του. Το παράδειγμα του Μπούα Γρίβα ακολούθησαν οι αρματολοί της Ηπείρου, Πούλιος Δράκος και Μαλάμος, οι οποίοι κατέλαβαν την Άρτα.
Ο πασάς της Ναυπάκτου επικεφαλής χιλιάδων ανδρών συγκρούστηκε κοντά στον Αχελώο με τον επαναστάτη Θεόδωρο Μπούα Γρίβα, που δρούσε στην Ακαρνανία, τον νίκησε και τον ανάγκασε να υποχωρήσει στα στενά (κλεισούρες) των παρακείμενων βουνών. Την ίδια περίοδο καταστέλλονταν και η επανάσταση στην Ήπειρο. Ο αδερφός του Θεοδώρου, Γκίνος Μπούας, καταδιωκόμενος από τους Τούρκους έφθασε στην Περατιά, όπου και φονεύθηκε.
Ο 17ος αιώνας βρίσκει τη Βόνιτσα να περνάει μια περίοδο ειρήνης και μόνο ορισμένες εμφύλιες διαμάχες μεταξύ των αρματολών της και εκείνων του Αγγελοκάστρου τάραξαν την ειρήνη αυτή, Προχωρώντας όμως προς τη δύση του ο αιώνας αυτός έφερε μεγάλη αναταραχή στη Βόνιτσα και στις γύρω περιοχές.
Μετά την εκστρατεία των Τούρκων κατά της Βιέννης το 1683, που κατέληξε σε πανωλεθρία, ξεσπά τα 1684 νέος αιματηρός πόλεμος μεταξύ Βενετίας και των συμμάχων της από τη μια πλευρά και της Οθωμανικής αυτοκρατορίας από την άλλη.
Στα τέλη Ιουλίου του 1684 τρεις αρματολοί από τη Στερεά Ελλάδα, ο Αγγελής Σουμιλάς (Βλαχαγγέλης) από τα Γιάννενα, ο Πάνος Μεϊντάνης από την Κατούνα Ξηρομέρου, και το μικρό Χορμόπουλο από τα Άγραφα, βοηθούμενοι και από πολλούς Ξηρομερίτες, εξόρμησαν κατά της Βόνιτσας την περιοχή της οποίας λεηλάτησαν, αλλά η τουρκική φρουρά της πόλης κλείσθηκε μέσα στο φρούριο. Οι τρεις κλεφταρματολοί βλέποντας ότι δεν μπορούσαν να καταλάβουν το φρούριο, αφού δεν είχαν τα κατάλληλα μέσα, κινήθηκαν προς το Ξηρόμερο, το οποίο μέσα σε λίγο διάστημα το απελευθέρωσαν, δεδομένου ότι εκεί υπήρχαν λίγοι Τούρκοι.
Το Σεπτέμβριο του 1684 ο στρατηγός του Μοροζίνη Στρασόλδο επιχειρεί να καταλάβει το φρούριο της Βόνιτσας. Η φρουρά του κάστρου αποκλεισμένη από θάλασσα από το Βενετικό στόλο και από τη στεριά κυρίως από εμπειροπόλεμους Επτανήσιους, Βραδενβούργιους και Σκλαβούνους, βοηθούμενους και Ξηρομερίτες πολεμιστές, αναγκάστηκε να παραδοθεί στους Βενετούς. Απόπειρα των Τούρκων να επανακτήσουν το οχυρό αυτό φρούριο απέτυχε οικτρά, μετά από αιματηρή μάχη που έλαβε χώρα στα περίχωρά της.
Οι Τούρκοι, όταν έχασαν την Αιτωλοακαρνανία, επειδή δεν μπορούσαν να ανακτήσουν τα χαμένα εδάφη, περιορίστηκαν σε επιδρομές για λεηλασίες στην περιοχή, ξεκινώντας κυρίως από την Άρτα. Επί πλέον περίπου 1700 στρατιώτες που ήταν στην Πρέβεζα, όταν την κατέλαβαν οι Βενετοί και οι οποίοι, σύμφωνα με τη συνθήκη που συνάφθηκε, οδηγήθηκαν στην Άρτα, σχημάτισαν ένοπλα σώματα και εκτελούσαν νυχτερινές επιδρομές. Σε μια σύγκρουση στο Λουτράκι έτρεψαν σε φυγή τους Χριστιανούς, και όταν αυτοί κατέφυγαν σε μια σπηλιά, οι Τούρκοι εισέβαλαν εκεί και τους αποκεφάλισαν όλους. Μετά από λίγο όμως ο ταγματάρχης από την Κεφαλονιά Δελαδέτσιμας επιτέθηκε εναντίον των Τούρκων και άλλους έτρεψε σε φυγή και άλλους τους φόνευσε. Στα χέρια των τελευταίων κατάσχεσε και 60 κεφάλια χριστιανών που είχαν σφάξει οι Τούρκοι στη σπηλιά, τα οποία μετέφερε περνώντας από τη Βόνιτσα στη Λευκάδα, όπου τα έθαψε. Επίσης, άλλοι 250 Τούρκοι αναφέρονται ότι φονεύθηκαν σε άλλη μάχη, κοντά στη Βόνιτσα. Ακόμα, σε όλη τη διάρκεια της εκστρατείας του Μοροζίνη στην Πελοπόννησο και την Αττική, ο Άγγελος Σουμίλας μαζί με το Χρήστο Βαλαωίτη, αφού εκτέλεσαν νέα στρατολογία αναστάτωσαν τις τουρκικές περιοχές, από τη Βόνιτσα μέχρι τα Άγραφα.
Ο Τουρκοενετικός πόλεμος κράτησε 15 χρόνια, οπότε μετά από μακρές και δύσκολες διαπραγματεύσεις υπογράφτηκε την 26η Ιανουαρίου 1699 στο Κάρλοβιτς (σημερινό Κάρλοβι Σρέμσκι) της Σερβίας συνθήκη ειρήνης. Με τη συνθήκη του Κάρλοβιτς η Στερεά εκτός από ένα μικρό τμήμα της Ακαρνανίας επανήλθε στους Τούρκους, στους οποίους αποδόθηκαν και τα φρούρια του Αντιρρίου και της Ναυπάκτου, ατείχιστα όμως. Οι Βενετοί διατήρησαν την Πρέβεζα, Λευκάδα και Βόνιτσα, καθώς και ένα μικρό τμήμα γύρω από τη Βόνιτσα, μέχρι το ακρωτήριο της Περατιάς. Αυτό το τμήμα της ενδοχώρας το οποίο στην Ανατολή το αποκαλούσαν Βενετική Στερεά, οι Βενετοί προσπάθησαν να το κάνουν όσο το δυνατό ευτυχέστερο ή τουλάχιστο περισσότερο προσοδοφόρο.
Η περίοδος όμως της ειρήνης και της ευημερίας δεν κράτησε πολύ. Η Υψηλή Πύλη εποφθαλμιούσε τις ελληνικές χώρες και πολιτείες, τις οποίες είχε χάσει στον προηγούμενο πόλεμο από τη Βενετία. Το 1714 ξέσπασε νέος πόλεμος μεταξύ Τούρκων και Βενετών όταν ο Σουλτάνος κήρυξε τον πόλεμο στη Βενετία. Οι Βενετοί, μπροστά στην τουρκική, απειλή αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα οχυρά που είχαν στην Ακαρνανία, αφού όμως γκρέμισαν τα τείχη. Η Βόνιτσα, η Λευκάδα και η Πρέβεζα κατά τη διάρκεια του νέου αυτού Τουρκοενετικού πολέμου είχαν μεταβληθεί σε χώρους στρατωνισμού διαφόρων ορδών. Η περιοχή έπαθα πολλές καταστροφές από τα διάφορα τουρκικά στρατεύματα που συνέρρεαν στην περιοχή.
Το δεκαπενταύγουστο της ίδιας χρονιάς ο βεϊλερβέης της Ρωμυλίας εκστράτευσε με σκοπό να καταλάβει τη Βόνιτσα. Τον συνόδευαν 1500 ιππείς και ο ανιψιός του Χάνου της Κριμαίας, επικεφαλής 1500 ακόμη εκλεκτών ιππέων, κατά πάσα πιθανότητα Τατάρων. Με τη δύναμη αυτή των ιππέων ενώθηκαν 7000 σπαχήδες, κυρίως από την Ήπειρο, 8000 γενίτσαροι και πολυάριθμο πυροβολικό, εξυπηρετούμενο από 2000 πυροβολητές. Ακόμα, συνενώθηκαν, υπακούοντας στις εντολές του βεϊλερβέη, ο πασάς των Ιωαννίνων, του Δελβίνου, της Αυλώνας, του Βερατίου και του Ελβασάν, επικεφαλής ο καθένας των στρατευμάτων του πασαλικιού του.
Οι Βενετοί, όταν κατέλαβαν την Πρέβεζα, στράφηκαν κατά της Βόνιτσας. Αυτή τη φορά όμως οι Τούρκοι είχαν εκεί ισχυρές δυνάμεις μέσα και έξω από το φρούριο. Το φρούριο της Βόνιτσας, το οποίο περιβαλλόταν στη δυτική πλευρά από έλη και στη βόρεια πλευρά από τη θάλασσα και με την ισχυρή οχύρωσή του, που είχε πρόσφατα επισκευασθεί, προστατευόταν από 1500-1800 Τούρκους, μεταξύ των οποίων βρίσκονταν και 400 έφιπποι απάχηδες. Κατά συνέπεια, η επιχείρηση για την κατάληψή του ήταν δυσκολότερη από αυτή του φρουρίου της Πρέβεζας.
Η πρώτη ενέργεια για την κατάληψη του φρουρίου άρχισε περί την 26η Οκτωβρίου 1717, με τον ελλιμενισμό των πλοίων στον όρμο του Αγ. Μάρκου. Αυτόν ο Πιζάνι χρησιμοποίησε για προσωρινή στρατοπέδευση και τοποθέτηση του πυροβολικού του, για να αρχίσει τον κανονιοβολισμό του φρουρίου. Οι Βενετοί, αφού τοποθέτησαν πυροβολαρχίες στην Αγ. Παρασκευή «του Μυρτάρη» (Πύργο του Παπαγιάννη την ονομάζουν Ιταλικές πηγές), και συγκεκριμένα μία με τέσσερα κανόνια των 50 λιβρών , άλλη με τέσσερα των 30 λιβρών και μία με τέσσερα ολμοβόλα των 500 λιβρών άρχισαν να σφυροκοπούν τις τουρκικές θέσεις. Οι υπερασπιστές του κάστρου δεν αιφνιδιάστηκαν και ανταπέδωσαν τα πυρά. Οι συνεχείς όμως κανονιοβολισμοί των Βενετών προκάλεσαν μεγάλες φθορές στο φρούριο και ιδιαίτερα στον προμαχώνα, ο οποίος έπαθε εκτεταμένες ζημιές. Αποτέλεσμα αυτού ήταν οι Τούρκοι να αποχωρήσουν από τον προμαχώνα και να παύσουν να βάλλουν από εκεί εναντίον των Βενετών. Συνέχισαν όμως να βάλλουν κατά του εχθρικού στρατοπέδου από άλλα σημεία, χωρίς να προκαλέσουν μεγάλες απώλειες, ενώ το ηθικό τους συνεχώς έπεφτε από τα πλήγματα των Βενετών.
Την 3η Νοεμβρίου οι Τούρκοι θέλοντας να εμποδίσουν την απόβαση των Βενετών στη νησίδα Κουκουμίτσα, βγήκαν από το κάστρο με όλες τους τις δυνάμεις, πεζές και έφιππες, κινούμενοι ανατολικά, αλλά αιφνιδιάστηκαν από τους 200 οπλίτες των Βενετών που είχαν στήσει ενέδρα, τα πυρά των ατάκτων και τα κανόνια των γαλεοτών και υποχώρησαν νομίζοντας ότι είναι περικυκλομένοι. Οι Βενετοί βρήκαν την ευκαιρία και αποβιβάστηκαν δυτικά της νησίδας Κουκουμίτσας. Οι Τούρκοι όμως έκαναν μια κυκλωτική κίνηση και αφού κινήθηκαν νότια και μετά ανατολικά, βρέθηκαν στην πεδιάδα, στους πρόποδες του Αμαδερού, σε μετωπική αντιπαράθεση με το στρατό των Βενετών. Η απόβαση ήταν επιτυχής και οι Βενετοί, αφού αναδιοργάνωσαν τα στρατεύματά τους, επιτέθηκαν με σφοδρότητα εναντίον των Τούρκων και τους συνέτριψαν. Οι Τούρκοι φοβούμενοι εγκλωβισμό υποχώρησαν με κατεύθυνση προς το φρούριο, που κινδύνευε με κατάληψη. Τη νύχτα της 3ης προς 4η Νοεμβρίου, η φρουρά του κάστρου μην έχοντας άλλη επιλογή το εκκένωσε και από ένα μονοπάτι, πιθανόν μεταξύ Αχείμαστου και Ορνίτσας, έφυγε προς τα βουνά.
Οι Βενετοί , το πρωί της 4ης Νοεμβρίου 1717, καταλαμβάνουν το φρούριο της Βόνιτσας. Εκεί βρέθηκαν πολλά πολεμοφόδια και λάφυρα. Αρχικά, αυτά αφιερώθηκαν στην Παναγία της Κορωνησίας, ενώ αργότερα στάλθηκαν ως δημόσιο ανάθημα και αφιερώθηκαν στο ναό των Αγίων Παρθένων.
Ο πόλεμος αυτός τερματίστηκε με τη Συνθήκη του Πασσάροβιτς το 1718. Σύμφωνα με τους όρους της Συνθήκης τα Επτάνησα, το Βουθρωτό, η Πάργα, η Πρέβεζα και η Βόνιτσα κατακυρώνονται οριστικά στη Βενετική Δημοκρατία, ενώ η Πελοπόννησος παραχωρείται στην Οθωμανική αυτοκρατορία, νομιμοποιώντας την ανάκτησή της από τους Τούρκους το 1715.
Έτσι, η Βόνιτσα ξαναπέρασε στα χέρια των Βενετών, καθώς και μια λεύγα γης γύρω από αυτήν που έφτανε μέχρι το Μεσοβούνι ως ενδοχώρα. Έκτοτε η Βόνιτσα έμεινε στην εξουσία της Γαληνότατης Δημοκρατίας, μέχρις ότου η Βενετία έπαψε να υπάρχει ως κράτος, οπότε ακολουθώντας την τύχη των Επτανήσων, τον Μάρτιο του 1797 περιήλθε στη Γαλλία.
Κατά τελευταία χρόνια της ζωής της Δημοκρατίας των Βενετών εξ αιτίας της παρακμής στη οποία είχε περιπέσει αυτή η τελευταία και της διαλύσεως η οποία επικρατούσε στη βενετική διοίκηση, η Βόνιτσα είχε καταστεί σχεδόν αυτόνομη. Είχε δικό της «Προβλεπτή» και την έδρα στρατολογίας πολεμιστών, που ονομάζονταν «Levendi» (Εύζωνοι). Η στρατολογία και εκγύμναση εκατοντάδων πολεμιστών κατά τους χρόνους της σκλαβιάς συντέλεσε στην ανύψωση του φρονήματος των Ελλήνων της περιοχής, ώστε μέσα σε μικρό διάστημα εμφανίστηκαν στην Ακαρνανία λόχοι από αρματολούς και κλέφτες.
Οι Γάλλοι με την απόκτηση του έλεγχου των Ιονίων νήσων και των ηπειρωτικών κτήσεων, βρέθηκαν να συναλλάσσονται με ένα καινούργιο δύστροπο γείτονα, τον Αλή Πασά, ο οποίος έχοντας έδρα τα Γιάννενα κυβερνούσε μια περιοχή η οποία μαζί με τα γειτονικά πασαλίκια των γιών του κάλυπτε σχεδόν ολόκληρο το γεωγραφικό χώρο που σήμερα αποτελεί την ηπειρωτική ενδοχώρα της Ελλάδας. Η γαλλική κατοχή στη Βόνιτσα, όπως και στα Επτάνησα αλλά και στις άλλες ηπειρωτικές κτήσεις, ήταν μικρής διάρκειας. Την 1η Αυγούστου 1798 ο αγγλικός στόλος με αρχηγό το ναύαρχο Οράτιο Νέλσον καταναυμάχησε το γαλλικό στόλο στον κόλπο του Αμπουκίρ (στις ακτές της Αλεξάνδρειας) και απέκοψε το γαλλικό εκστρατευτικό σώμα που είχε εισβάλει στην Αίγυπτο, από τη Μητρόπολη. Κατόπιν αυτού, η Τουρκία, ύστερα από πολλές δεκαετίες φιλίας, κήρυξε τον πόλεμο εναντίον της Γαλλίας, στις 9 Σεπτεμβρίου 1798.
Ο Αλή, όταν αντιλήφθηκε πως οι Γάλλοι δεν είχαν πρόθεση να του παραχωρήσουν τις τέσσερις ηπειρωτικές κτήσεις, Βουθρωτό, Πάργα, Πρέβεζα και Βόνιτσα, άδραξε την ευκαιρία και κινήθηκε να τις αποσπάσει από τους Γάλλους με τη βία, ισχυριζόμενος ότι ενεργεί για λογαριασμό της Οθωμανικής Κυβέρνησης. Πρώτο έπεσε το Βουθρωτό, ύστερα η Πρέβεζα και τέλος η Βόνιτσα. Αντίθετα η Πάργα αντιστάθηκε στην επιθετικότητα των Οθωμανών προσκαλώντας σε βοήθεια ρωσική στρατιωτική δύναμη από την Κέρκυρα.
Τις παραμονές της επαναστάσεως, στην περιοχή της Βόνιτσας οι οπλαρχηγοί που ήταν μυημένοι στη Φιλική Εταιρεία ήταν ο Γιώργος Τσόγκας και ο Θεόδωρος Γρίβας. Η επανάσταση στη Δυτική Ελλάδα κηρύχθηκε με καθυστέρηση δύο περίπου μηνών. Ο Βαρνακιώτης σε συνεννόηση με τους υπόλοιπους οπλαρχηγούς είχε ορίσει την κήρυξη της επανάστασης στην Αιτωλοακαρνανία για την 26η Μαΐου 1821, αλλά η επαναστατική διάθεση και ανυπομονησία των λαϊκών μαζών επέσπευσε τα γεγονότα. Έτσι, στις 20 Μαΐου ο οπλαρχηγός Δημ. Μακρής υψώνει τη σημαία της επαναστάσεως στο Μεσολόγγι. Στις 25 Μαΐου ο αρματολός του Ξηρομέρου Γ. Βαρνακιώτης εκδίδει από το Ξηρόμερο την πρώτη για τη Δυτική Ελλάδα επαναστατική προκήρυξη. Ο Τεκές, η Πλαγιά και η Βόνιτσα είναι τα μέρη που γίνονται οι πρώτες συγκρούσεις.
Η πρώτη αντίδραση των Τούρκων κατά των Ελλήνων που επαναστάτησαν ήταν να προβούν σε ομαδικές σφαγές και άλλες θηριωδίες για να σπείρουν τον τρόμο και τον πανικό στους Έλληνες. Η Βόνιτσα πλήρωσε και αυτή το μερίδιό της. Κατά τη διάρκεια της Ελληνικής επανάστασης και του πολέμου της Ανεξαρτησίας το κάστρο της Βόνιτσας υπήρξε βάση και καταφύγιο του τουρκικού στρατού, με αποτέλεσμα η Βόνιτσα να υποστεί όλα τα δεινά του πολέμου. Οι Τούρκοι σε όλο αυτό το διάστημα συνέχιζαν την καταστροφή, κόβοντας τις ελιές και τα οπωροφόρα δέντρα των περιβολιών. Η πόλη σχεδόν ερήμωσε, τεράστια έλη σχηματίζονταν από τα λιμνάζοντα νερά των χειμάρρων και των οχετών που ήταν φτιαγμένοι, και η ελονοσία μάστιζε την περιοχή. Οι Τούρκοι οχυρωμένοι μέσα στο κάστρο, δεν έκαναν τίποτε για να βελτιώσουν την κατάσταση, και το μόνο που τους ένοιαζε ήταν πώς να προφυλαχθούν από τους επαναστάτες.
Το 1823 οι πολιτικές διαμάχες και η διχόνοια οδήγησαν στη διαίρεση των αγωνιστών και την έναρξη εμφυλίου πολέμου, με αποτέλεσμα ο αγώνας για την ανεξαρτησία να περάσει μεγάλη κρίση. Στις αρχές Μαΐου του 1823 ο Γιουσούφ , αφού είχε στρατολογήσει 6-7000 Αλβανούς, και μαζί με άλλους 2000 Τούρκους του ασιατικού στρατού, που είχε πάρει από τη Λάρισα, στρατοπέδευσε στη Βόνιτσα. Εκεί, αφού συγκέντρωσε άφθονα εφόδια, ετοιμαζόταν να αποπλεύσει με πλοία για την Πελοπόνησσο.
Ο Μπότσαρης επιτέθηκε αιφνιδιάστηκα εναντίον των Ασιατικών Τούρκων του Γιουσούφ, οι οποίοι ήταν στρατοπεδευμένοι έξω από τη Βόνιτσα, κοντά στο Καραβάν Σεράι, τους έτρεψε σε φυγή, τους καταδίωξε και έβαλε φωτιά στις αποθήκες του Γιουσούφ. Οι Αλβανοί μισθοφόροι του Γιουσούφ με την υποκίνηση των πιστών στον Ομέρ Βρυώνη, επωφελούμενοι από την κατάσταση, στασίασαν παραπονούμενοι ότι δεν είχαν εισπράξει τους μισθούς τους, άρπαξαν το ταμείο του Γιουσούφ και αφού λεηλάτησαν άγρια τη Βόνιτσα και τη γύρω περιοχή, έφυγαν προς την Ήπειρο από το Μακρυνόρος. Ο Γιουσούφ πασάς αναγκάστηκε να κλειστεί στο φρούριο, για να γλυτώσει και από εκεί κατόρθωσε με δυσκολία να επιστρέψει με πλοιάριο στην Πάτρα.
Η Βόνιτσα παρέμεινε στα χέρια των Τούρκων μέχρι το Δεκέμβριο του 1828. Επίσημα αποδόθηκε στο Ελληνικό κράτος, όπως και η υπόλοιπη Ακαρνανία, στις 27 Απριλίου 1832.
ΓΗ - ΤΟΠΙΟ - ΑΝΘΡΩΠΟΙ
Εκείνο που εκπλήσσει στη Βόνιτσα δεν είναι τόσο το γραφικό του τοπίου, οι φυσικές ομορφιές που εναλλάσσονται η μία με την άλλη, όσο το νερό που τρέχει ελεύθερο και τραγουδιστό. Το νερό της πόλης μας είναι πηγή ζωής. Ίσως γι' αυτό η ονομασία της απαντάται και ως Βόνδιζα, που συνδέεται με τη σλαβική λέξη βόντα, φρυγική κατ' άλλους ερευνητές, που σημαίνει νερό.
Πανοραμική άποψη της Βόνιτσας και του κάστρου.
Η πόλη μας είναι ένας παραδοσιακός οικισμός. Συγκεντρώνει πολλούς παραθεριστές γιατί εξασφαλίζει όλες τις ανέσεις. Ο περίπατος στο γραφικό λιμάνι στα στενά της πόλης και στο κάστρο είναι μαγευτικός.
Το λιμάνι της Βόνιτσας.
Όλα εδώ πορεύονται μέσα σε ειρήνη, βουνά κάμποι, ποτάμια, λίμνες, λιμνοθάλασσες, άνθρωποι. Θα δείτε βουνίσιους βοσκούς και τσέλιγκες, αλλά και ψαράδες και βάρκες στον Αμβρακικό με τον ακύμαντο σκοπό του. Γι' αυτόν τον κόλπο Άγγλοι περιηγητές έχουν γράψει: "Είναι ευνοημένοι της τύχης οι άνθρωποι που επισκέπτονται αυτόν τον κόλπο".
Όσοι αγαπούν το ψάρεμα θα βρουν τις περίφημες γαρίδες και τα χέλια του Αμβρακικού. Οι καλοφαγάδες θα δοκιμάσουν στα ταβερνάκια της περιοχής μαζί με τα νόστιμα κρέατα και τα φρούτα του τόπου.
Ψαρόβαρκα στο ιχθυοτροφείο Μυρτάρι.
Κατακάθαρες παραλίες περιμένουν τον επισκέπτη.
ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ
Πάνω σε ύψωμα που βρέχεται από τη ήρεμα νερά του Αμβρακικού κόλπου, βρίσκεται το κάστρο της Βόνιτσας. Αποτελείται από τρία διαζώματα, το ακρόκαστρο και έχει σχήμα ωοειδές. Το μεγαλύτερο μέρος των οχυρωματικών του έργων και κτισμάτων σχεδιάστηκε από βενετούς μηχανικούς κυρίως πάνω στα παλιά βυζαντινά ερειπωμένα τείχη, διευρύνθηκε και καθώς δείχνουν τα σχέδια με τις αλλεπάλληλες φάσεις, που βρίσκονται στο Κρατικό αρχείο της Βενετίας, μετατράπηκε σ' ένα πανίσχυρο φρουριακό συγκρότημα, απόρθητο από ξηρά και θάλασσα.
Το Βενετσιάνικο φρούριο πάνω από τη πόλη μας.
Για τους Βενετούς τα φρούρια της Βόνιτσας και της Ναυπάκτου αποτελούσαν στρατηγικά σημεία, που εξυπηρετούσαν την οικονομική και στρατιωτική πολιτική τους στο Ιόνιο. Τα τρία φρούρια στην είσοδο του Αμβρακικού, της Πρέβεζας, της Βόνιτσας και της Αγίας Μαύρας (Λευκάδα) διευθυνόταν από βενετό Προβλεπτή.
Το κάστρο της Βόνιτσας σε κατάσταση εικονικής πολιορκίας στις αρχές του 18ου αιώνα. Βενετία, κρατικά αρχεία.
Ανηφορίζοντας κάτω από τον ήλιο, μπαίνετε από την πύλη που σας δέχεται για να περιπλανηθείτε σε λίγο γοητευμένοι, στα στενά του κάστρου.
Η βαθιά σιγή ταράζεται που και που από ξαφνικά πετάγματα πουλιών. Όλα παραδομένα στη φθορά και το διαβρωτικό έργο του χρόνου. Θα δείτε μοναχικούς και άσκεπους τοίχους, τοξωτές πύλες, προμαχώνες, πύργους, κατοικίες αξιωματικών, στρατώνες, δεξαμενές, αποθήκες, θα δείτε την ακρόπολη, στην κορυφή του υψώματος κι ένα κτίριο σχεδόν κυκλικού σχήματος, το οποίο σήμερα είναι εκκλησία αφιερωμένη στην Αγία Σοφία. Μεταξύ του φρουρίου και της θάλασσας, πάνω στο βράχο, διακρίνει κανείς φραγκοσυκιές, αυτά τα θαμνώδη ακανθωτά φυτά - επινόηση βενετσιάνικη - για να εμποδίζουν την εύκολη προσέγγιση στο κάστρο.
Από τις επάλξεις του κάστρου φαίνεται κάτω στον κάμπο ένα μικρό αλλά επιβλητικό οχυρό, το οποίο στέκεται ακόμα όρθιο, σχεδόν άθικτο απ' τους αιώνες. Απ' το κάστρο μπορείτε να θαυμάσετε μια θέα συναρπαστική κι ένα φανταστικό ηλιοβασίλεμα στο Ιόνιο, στη γλώσσα του Ακτίου. Ένας Άγγλος περιηγητής είχε σημειώσει :"Δεν υπάρχει πένα ή γραφίδα ικανή να περιγράψει την εικόνα".
Η βαθιά σιγή ταράζεται που και που από ξαφνικά πετάγματα πουλιών. Όλα παραδομένα στη φθορά και το διαβρωτικό έργο του χρόνου. Θα δείτε μοναχικούς και άσκεπους τοίχους, τοξωτές πύλες, προμαχώνες, πύργους, κατοικίες αξιωματικών, στρατώνες, δεξαμενές, αποθήκες, θα δείτε την ακρόπολη, στην κορυφή του υψώματος κι ένα κτίριο σχεδόν κυκλικού σχήματος, το οποίο σήμερα είναι εκκλησία αφιερωμένη στην Αγία Σοφία. Μεταξύ του φρουρίου και της θάλασσας, πάνω στο βράχο, διακρίνει κανείς φραγκοσυκιές, αυτά τα θαμνώδη ακανθωτά φυτά - επινόηση βενετσιάνικη - για να εμποδίζουν την εύκολη προσέγγιση στο κάστρο.
Από τις επάλξεις του κάστρου φαίνεται κάτω στον κάμπο ένα μικρό αλλά επιβλητικό οχυρό, το οποίο στέκεται ακόμα όρθιο, σχεδόν άθικτο απ' τους αιώνες. Απ' το κάστρο μπορείτε να θαυμάσετε μια θέα συναρπαστική κι ένα φανταστικό ηλιοβασίλεμα στο Ιόνιο, στη γλώσσα του Ακτίου. Ένας Άγγλος περιηγητής είχε σημειώσει :"Δεν υπάρχει πένα ή γραφίδα ικανή να περιγράψει την εικόνα".
Πύλη στο κάστρο.
Το κάστρο από την εσωτερική του πλευρά.
Ο Ι.Ν. της Αγίας Σοφίας στο Κάστρο
Στη δυτική πλευρά του κάστρου λίγο χαμηλότερα απ' τα κτίσματα της ακρόπολης , υπάρχει ένα κτίριο σχεδόν κυκλικού σχήματος που σήμερα είναι εκκλησία αφιερωμένη στην Αγία Σοφία. Παρατηρώντας το εσωτερικό του Ι.Ν. διαπιστώνουμε πως στην αρχική του μορφή ο Ναός πρέπει να είχε σχήμα ελεύθερου σταυρού στηριζόμενου με καμάρες. Στη βόρεια πλευρά διακρίνουμε δίλοβο παράθυρο, χαρακτηριστικό της ναοδομίας την εποχή του δεσποτάτου της Ηπείρου. Είναι πιθανό μεταγενέστερες προσθήκες να έδωσαν στο Ναό το σημερινό του σχήμα.
Το εσωτερικό του ναού είναι καλυμμένο πρόσφατα με ασβέστη και πλαστικό χρώμα. Σε μερικά σημεία έχουν τοποθετηθεί πρόσφατα διακοσμητικά στοιχεία μη επιτρέποντάς μας έτσι κάποια εκτίμηση για την αρχική του μορφή. Μόνο στο ιερό σώζεται, σε όχι καλή κατάσταση, απεικόνιση της Θεοτόκου. Από αυτό μπορούμε να υποθέσουμε πως ίσως ήταν αγιογραφημένος παρόμοια με τους δύο άλλους ναούς της Βόνιτσας (Κοίμηση της Θεοτόκου στο κάστρο και στον Αμαδαρό).
Ο χώρος γύρω από την Αγία Σοφία είναι καλαίσθητα διαμορφωμένος σε χώρο αναψυχής απ' όπου μπορεί ο επισκέπτης να θαυμάσει το Μυρτάρι και το υπέροχο ηλιοβασίλεμα στον Αμβρακικό.
Ο χώρος γύρω από την Αγία Σοφία είναι καλαίσθητα διαμορφωμένος σε χώρο αναψυχής απ' όπου μπορεί ο επισκέπτης να θαυμάσει το Μυρτάρι και το υπέροχο ηλιοβασίλεμα στον Αμβρακικό.
Το εξωτερικό του I.N.
Ι.Ν. Ζωοδόχου Πηγής
(Παναγία η Αλιχνιώτισσα)
Τρία περίπου χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Βόνιτσας, λίγο πριν από την Κοίμηση της Θεοτόκου (Παναγούλα) του 1726 βρίσκεται ο μικρός ναΐσκος της Παναγίας της Αλιχνιώτισσας. Είναι αφιερωμένος στη Ζωοδόχο Πηγή. Η προσωνυμία "Αλιχνιώτισσα" πιθανότατα προέρχεται από τα γύρω αλώνια, όπου λίχνιζαν μετά το αλώνισμα το σιτάρι. Η επωνυμία "Αλιχνιώτισσα" δηλώνει ίσως τη Παναγία που βοηθά να φυσήξει ευνοικός αέρας για το λίχνισμα . Η στέγη είναι δίρριχτη. Το μνημείο έχει ασβεστωθεί εσωτερικά και εξωτερικά στις δύο στενές πλευρές. Διακρίνεται όμως η τοιχοδομία με τον κεραμοπλαστικό διάκοσμο. Οι πλάγιοι τοίχοι είναι χτισμένοι και επιδιορθωμένοι με ασβεστόπετρες τοποθετημένες άτακτα με χρήση άφθονου κονιάματος. Η ανατολική όμως πλευρά, τμήμα της νότιας και το αέτωμα της δυτικής διασώζουν το αρχικό πλινθοπερίκλειστο σύστημα.
Η αψίδα είναι τρίπλευρη και έχει χτιστεί με λίθους ελαφρά επεξεργασμένους και πλίνθους. Οι πλίνθοι τοποθετούνται απλές ή διπλές, στους οριζόντιους και κάθετους αρμούς χωρίς ιδιαίτερη προσοχή. Το κάτω τμήμα της αψίδας είναι επιμελέστερο και οι οριζόντιες πλίνθοι δημιουργούν ζώνες, πράγμα που δείχνει ότι η αταξία του ανωτέρου οφείλεται στις κατά καιρούς επισκευές του μνημείου. Τη μεσαία πλευρά της αψίδας διατρυπά δίλοβο παράθυρο του οποίου σώζεται η διπλή σειρά των πλίθινων τόξων που περιβάλλονται από οδοντωτή ταινία. Υποθέτουμε πως ο κιονίσκος χώριζε τους δύο λοβούς και ότι σχηματιζόταν δίλοβο φωτιστικό άνοιγμα. Αξίζει να σημειωθεί ότι από τα διπλά πλίνθινα τόξα του παραθύρου τα εσωτερικά σε σχέση με τα εξωτερικά εισέχουν, φαινόμενο συνηθισμένο στα μνημεία της εποχής του Δεσποτάτου.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο σωζόμενος κεραμοπλαστικός διάκοσμος του μικρού αυτού μνημείου της Βόνιτσας. Στο ανώτερο τμήμα της μεσαίας πλευράς της αψίδας διακρίνονται δύο οδοντωτές ταινίες. Ανάμεσά τους δημιουργείται ζωοφόρος με τεθλασμένες γραμμές. Ο διάκοσμος αυτός θα συνεχιζόταν και στις πλάγιες πλευρές της αψίδας, αλλά δεν διατηρήθηκε εξαιτίας των συνεχών επισκευών. Στο αέτωμα πάνω από την αψίδα διατηρούνται ακόμη τρείς κεραίες πλίνθινου σταυρού. Στο δυτικό αέτωμα ανοίγεται κόγχη που περιβάλλεται από διπλά πλίνθινα τόξα. Εκεί έπρεπε να ήταν ζωγραφισμένη η Παναγία. Το ανώτερο τμήμα της δυτικής πλευράς και ολόκληρο το αέτωμα χτίζεται με πλίνθους που σχηματίζουν διάφορα σχέδια όπως ιχθυάκανθα με ομόρροπες γωνίες χωρίς συνδετικό κορμό και τεθλασμένη γραμμή, που με κάθετες πλίνθους και γωνίες δημιουργεί τα επαναλαμβανόμενα τρίγωνα, ένα διάκοσμο κάπως σπάνιο που τον συναντούμε στη δυτική πλευρά του βυζαντινού φρουρίου της Άρτας.
Η κόγχη του Ιερού Βήματος.
Οι πληροφορίες για το μνημείο προέρχονται απ' το βιβλίο του Aθανάσιου Δ. Παλιούρα, "ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ" των εκδόσεων ΑΡΣΙΝΟΗ
Από τα ελάχιστα στοιχεία που διασώζει ο μικρός ναΐσκος της Παναγίας της Αλιχνιώτισσας διαπιστώνουμε πως πρόκειται για όψιμο μνημείο της εποχής του Δεσποτάτου της Ηπείρου. Η τρίπλευρη αψίδα είναι ενδεικτικό στοιχείο των μνημείων αυτής της περιόδου. Το δίλοβο τοξωτό παράθυρο, που πλαισιώνεται ως κάτω με σειρές πλίνθων και περιβάλλεται από οδοντωτή ταινία, συνηθιζόταν την εποχή εκείνη. Διαπιστώνεται επίσης ότι η Αλιχνιώτισσα παρουσιάζει κεραμοπλαστικά και αρχιτεκτονικά στοιχεία που καλύπτουν όλους τους αιώνες από το 10ο ως το 15ο. Οι επικρατέστερες όμως ενδείξεις μας οδηγούν στο 14ο αιώνα όπου με μεγάλη πιθανότητα πρέπει να εντάξουμε το μνημείο.
Η πλάγια όψη του Ι.Ν.
Ι.Ν. Κοιμήσεως της Θεοτόκου κάστρου Βόνιτσας.
Στο δρόμο που οδηγεί από την πόλη της Βόνιτσας στο Βενετσιάνικο Κάστρο βρίσκεται ο Ι.Ν., που είναι αφιερωμένος στην κοίμηση της Θεοτόκου. Έχει σχήμα ελεύθερου σταυρού, στεγάζεται με καμάρες και στο σημείο συνάντησης των κεραιών υψώνεται ευρύς κυλινδρικός τρούλος με ψηλό τύμπανο. Στη βόρεια πλευρά τοποθετήθηκε δίλοβο καμπαναριό με αετωματική απόληξη.
O ναός είναι χτισμένος με ελαφρά επεξεργασμένες ασβεστόπετρες και κονίαμα. Στους οριζόντιους αρμούς του τυμπάνου του τρούλου τοποθετούνται απλές στρώσεις πλίνθων και οδοντωτή γωνία περιτρέχει το γείσο. Στην πρόσοψη, πάνω απ' το υπέρθυρο τυφλό αψίδωμα ανοίγεται δίλοβο τοξωτό παράθυρο με διαχωριστικό κιονίσκο και επίθημα. Προς την ανατολική πλευρά του ναού δημιουργείται περιτειχισμένος περίβολος.
Φωτογραφία του Ι.Ν. από τη βόρεια πλευρά.
Ι.Ν. Αγίου Γεωργίου
Ο ναός βρίσκεται σε απόσταση περίπου δύο χιλιομέτρων επί της οδού Βόνιτσας – Ακτίου. Είναι ρυθμού βασιλικής και ηλικίας περίπου διακοσίων ετών.
Γιορτάζει με ιδιαίτερες τιμές και λειτουργείται την 23η Απριλίου ή τη Δευτέρα του Πάσχα ανάλογα. Κατά την πανήγυρη μεταβαίνουν στο ναό και αρκετοί έφιπποι προσκυνητές, με στολισμένα άλογα, έθιμο που ανάγεται στα χρόνια μετά την επανάσταση του 1821 και το συναντούμε σε αρκετές περιοχές τη Ελλάδας.
Παράλληλα ο ιππικός όμιλος Βόνιτσας διοργανώνει πολιτιστικές εκδηλώσεις και ιπποδρομίες με έπαθλο για το νικητή ένα στεφάνι λουλούδια από την εικόνα του Αγίου Γεωργίου.
Γιορτάζει με ιδιαίτερες τιμές και λειτουργείται την 23η Απριλίου ή τη Δευτέρα του Πάσχα ανάλογα. Κατά την πανήγυρη μεταβαίνουν στο ναό και αρκετοί έφιπποι προσκυνητές, με στολισμένα άλογα, έθιμο που ανάγεται στα χρόνια μετά την επανάσταση του 1821 και το συναντούμε σε αρκετές περιοχές τη Ελλάδας.
Παράλληλα ο ιππικός όμιλος Βόνιτσας διοργανώνει πολιτιστικές εκδηλώσεις και ιπποδρομίες με έπαθλο για το νικητή ένα στεφάνι λουλούδια από την εικόνα του
Η περιοχή της Βόνιτσας λοιπόν είναι μια από τις ομορφότερες του νομού ή και της Ελλάδας. Αξίζει να την επισκεφτείς μόνο και μόνο για να δεις τα τοπία της και να γνωρίσεις τους κατοίκους της!
ΠΗΓΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ:
- www.akarnania.net/vonitsa
- www.google.gr